Page 15 - TEYXOS 66
P. 15

14

- Το βράδυ την ώρα που θα κοιμάται ο Σταχτοπούτης θα       - Ορίστε το δαχτυλίδι που επιθυμείς! είπε ο κύριος
του αρπάξεις το δαχτυλίδι και θα μου το φέρεις εδώ. Να     ποντικός. Τώρα όμως άφησε τη νέα μου γυναίκα να
το δω κι εγώ, να το χαρείς κι εσύ! Ίσα που θα το δω.       φύγει!
Θα το πάρεις ξανά να του το επιστρέψεις.                   - Ευχαριστώ πολύ που μου έφερες το δαχτυλίδι! Α! Και
Έτσι κι έγινε. Η βασιλοπούλου του αρπάζει το δαχτυλίδι     να ζήσετε! ευχήθηκε η γάτα.
και την επόμενη ημέρα το δίνει στον φρουρό. Προτού         Μετά καβάλησε το σκύλο και πήγαν στη θάλασσα. Ενώ
καλά καλά προλάβει να το καταλάβει η βασιλοπούλα,          τη διέσχιζαν και ήταν έτοιμοι να πατήσουν στεριά, ο
αυτός δίνει μια στο δαχτυλίδι και εμφανίζεται το τζίνι.    σκύλος, που ήθελε πολύ να δει πώς μοιάζει το δαχτυλίδι,
- Στις διαταγές σου αφεντικό.                              είπε της γάτας:
- Πάρε αυτόν που κοιμάται και πέτα τον έξω μαζί με το      - Έλα γάτα! δείξε μου το δαχτυλίδι!
στρώμα του, διέταξε ο φρουρός.                             - Καλά, κοίτα!
Έτσι κι έγινε. Ευχαριστημένος ο φρουρός σκέφτηκε ότι       Και όταν πήγε η γάτα να το δείξει στο σκύλο, να σου!
όταν ξυπνούσε ο Σταχτομπούτης θα ξαναέβρισκε τον           που πέφτει το δαχτυλίδι μες στο νερό…
δρόμο για το παλάτι. Έτσι δίνει μια στο δαχτυλίδι και:     Στενοχωρημένα και απογοητευμένα τα δύο ζώα γύρισαν
- Στις διαταγές σου αφεντικό, λέει το τζίνι.               στο σπίτι του Σταχτομπούτη δίχως δαχτυλίδι. Τότες ο
- Πάρε το παλάτι και βάλτο στη μέση της θάλασσας.          Σταχτομπούτης κλείστηκε στο δωμάτιό του κλαίγοντας
Έτσι κι έγινε. Μετά από λίγη ώρα ξύπνησε ο                 τη μοίρα του και τη χαμένη πια γυναίκα του.
Σταχτοπούτης και κοίταξε γύρω του σαν ζητιάνος. Τότε       Μια μέρα που ο Σταχτοπούτης έκανε μια βόλτα στην
τα κατάλαβε όλα. Πήγε στο σπίτι της μητέρας του για να     ακρογιαλιά, βλέπει τη γάτα να πηγαίνει κοντά σε έναν
τον παρηγορήσει η γάτα και ο σκύλος του.                   ψαρά που ξεψάριζε τα δίχτυα του.
- Μη νοιάζεσαι αφέντη μου, του είπε η γάτα. Θα σου         Ο ψαράς την λυπήθηκε τη γάτα και της πέταξε ένα
επιστρέψω το δαχτυλίδι μέχρι να πεις άκατα μάκατα          χοντρούτσικο ψαράκι.
σούκου του μπε! Απλώς επέτρεψέ μου να καβαλήσω             Η γάτα έφαγε δύο τρεις δαγκωνιές και μόλις έφτασε
ετούτο τον σκύλο για να φτάσω μια ώρα νωρίτερα!            στην κοιλιά του ψαριού τι να δει; Βλέπει το μαγικό
Καβάλησε λοιπόν η γάτα τον σκύλο, διέσχισαν τη             δαχτυλίδι. Αμέσως η γάτα το πάει στον Σταχτομπούτη.
θάλασσα μαζί κι έφτασαν στο παλάτι. Αντικρίζουν,           Με το που το δίνει, ο Σταχτομπούτης το πετάει και δίπλα
λοιπόν, τους ποντικούς που γλεντούσαν διότι παντρευόταν η  του βγαίνει το τζίνι.
κυρά ποντικίνα με τον κύριο ποντικό.                       - Στις διαταγές σου αφεντικό.
Μια και δυο, η γάτα έτρεξε προς την κυρά ποντικίνα         - Να πάρεις το παλάτι που βρίσκεται στη μέση της
και την κράτησε σφιχτά στα δόντια της. Αμέσως όλοι οι      θάλασσας και να το βάλεις εκεί που ήταν πριν, του είπε ο
ποντικοί άρχισαν να πλαντάζουν στο κλάμα:                  Σταχτομπούτης.
- Αχ τι κουταμάρα! ελεγε ο ένας.                           Σε λίγη ώρα το παλάτι βρισκόταν στην αρχική του θέση.
- Ναι! Κι αύριο θα φτιάχναμε μαζί σοκολατόπιτα! Έλεγε      Τότε μπαίνει μέσα ο βασιλιάς και παίρνει το κεφάλι του
η άλλη.                                                    άπιστου φρουρού. Έτσι το ζευγάρι ξανάσμιξε κι από τότε
- Ηρεμήστε! Έλεγε η γάτα. Δεν πρόκειται να τη              όλοι μαζί ζήσαν εκεί, ευτυχισμένοι, μαζί με τη γάτα
φάω! Ειδικά σε γάμο! Απλώς, θέλω να μου φέρετε             και το σκύλο. Κι ήμουν κι εγώ εκεί, και με κέρασαν μια
το δαχτυλίδι από το στόμα εκείνου του μεγαλόσωμου          σούβλα με φακή!!!
φρουρού! Και τους έδειξε με την πατούσα της μια                                   Από την ομάδα λογοτεχνίας:
μισάνοιχτη πόρτα όπου κοιμόταν του καλού καιρού ο                                               Βίκυ Κωστολιά,
φρουρός. Ευθύς ο κύριος ποντικός (ο γαμπρός) πήγε και                                      Φλωρεντία Λέφα,
βούτηξε την ουρά του στο μέλι και έπειτα στο πιπέρι.                              Δήμητρα Μανωλοπούλου,
Πήγε μέσα, σκαρφάλωσε στο ποδάρι του ξύλινου
κρεβατιού και έβαλε την ουρά του στη μύτη του φρουρού.                                         Ηλία Μουργή,
Ο φρουρός φταρνίστηκε και με πολλή φόρα το δαχτυλίδι                                           Μάρθα Μπουγά,
ξεπετάχτηκε από το στόμα του. Αμέσως                                                         Βασιλιάνα Σταύρου
ο ποντικός το έπιασε και το πήγε στη
γάτα:
   10   11   12   13   14   15   16   17   18   19   20