Page 10 - Εφημερίδα
P. 10

10

                                     Ο Ξεχωριστούλης (το πουλί που δεν έμοιαζε με κανένα άλλο)

Μια φορά κι έναν καιρό σε έναν κόσμο παντοτινό γεννήθηκε ένα πουλί, που όμοιό του κανείς δεν είχε ξαναδεί.
Είχε μαύρα μάτια, άσπρο ράμφος, μωβ πούπουλα με γαλάζιες φτερούγες και πορτοκαλί ποδαράκια. Το πουλί αυτό δεν
έμοιαζε με τ’ άλλα, ήταν ξεχωριστό γι’ αυτό και το έλεγαν Ξεχωριστούλη.
Όταν ο Ξεχωριστούλης πετούσε ανέμελα στον ουρανό, έβλεπε συχνά πουλιά, πουλιά ίδια, ταιριαστά. Τα άλλα πουλιά του
έλεγαν πως το να είσαι ξεχωριστός είναι άσχημο και δεν τον έκαναν παρέα επειδή δεν μπορούσε να γνωρίσει τη φιλία. Καθό-
ταν μόνος στη σκιά των δέντρων και αγνάντευε τον ουρανό.
Μια νύχτα είδε ένα πεφταστέρι, αμέσως ευχήθηκε να βρει ένα φίλο. Το αστέρι σαν τον άκουσε, προσγειώθηκε δίπλα του. Ο
Ξεχωριστός μας ήρωας κοίταξε χαρούμενος το αστέρι και του είπε:
Ναι, ήρθα να σου γνωρίσω τη φιλία, τη φιλία την αληθινή. Από τότε κάθε μέρα που περνά ο Ξεχωριστούλης νιώθει όλο και
πιο ευτυχισμένος, όταν ακούει τα άλλα πουλιά να τον κοροϊδεύουν, τα αγνοεί και προσπαθεί όλο και περισσότερο να μεγαλώ-
σει τη φιλία του προς το αστεράκι.
Το αστεράκι έμαθε στον ξεχωριστό μας φίλο τι σημαίνει φιλία και του έδειξε πώς πρέπει να τη δείχνει.
Με τον καιρό τα πουλιά που κορόιδευαν τον Ξεχωριστούλη, έπαψαν την κοροϊδία και έδειξαν συμπάθεια προς τον φίλο μας.
Τώρα πια κανείς δεν ξεχώριζε γιατί ήταν όλοι ίδιοι, γιατί έγιναν όλοι φίλοι.

                                                                                                                                                     Γιώργος Καλυβάς
                                                                                                                                                   (Μαθητής Γ’ τάξης)

                    Η γοργόνα                             Όταν το ριγωτό μολύβι βρήκε την αγάπη, την ελπίδα και
                                                                                        τον Αύριο
            Η μέρα φεύγει από τη γη
             Κι η νύχτα κατεβαίνει.                             Ένα μολύβι ριγωτό,         Θέλει ένα νόημα να βρω…
              Ο αέρας του δειλινού                         στα χέρια μου όπλο δυνατό,      Γιατί ο πόνος; Όχι το κακό!

               σιγά σιγά σωπαίνει.                            όπλο αγνό και φωτεινό          Τι αύριο θα έρθει μετά,
                                                           να δώσει λάμψη στ’ όνειρο.       χωρίς ελπίδα στην καρδιά;
          Το φεγγάρι φέγγει από ψηλά
    και στα παιδάκια φέρνει όνειρα γλυκά.                 Οι σκέψεις μου μικρά πουλιά,       Και ξάφνου ιδέα δίνεται,
                                                            που ταξιδεύουν αλαργινά.        το ριγωτό μολύβι ξύνεται
               Μια γοργόνα γλυκιά                          Στης φαντασίας τη σπηλιά,    και στο λευκό χαρτί μου χύνεται,
               καθόταν στην ακτή                            βρίσκει ο νους παρηγοριά.      λέξεις κι εικόνες γίνεται…
             και η θάλασσα μεγάλη
             την κοιτάζει με καμάρι.                        Κι εγώ βυθίζομαι εκεί,
                                                          ψάχνω να βρω μια αφορμή.
          -Αχ, θάλασσα καλή, γλυκιά                       Κάτι να γράψω, κάτι να πω
        πως θα θελα ένα φίλο αγκαλιά.                     είμαι παιδί και προσπαθώ!

          Τραγουδάκια να πούμε μαζί                       Θεοδόσιος Μαρλαντής, Δημήτρης Κοτταρίδης
           Να γελάμε και να μιλάμε.                                                      (Μαθητές Δ’ τάξης)

                                         Αγγελική Μπεσσή
                                     (Μαθήτρια Γ’ τάξης)
   5   6   7   8   9   10   11   12   13   14   15